Πώς μου ήρθε σήμερα αυτό το θέμα; Δεν ξέρω ειλικρινά… Συνήθως από το προηγούμενο βράδυ, κάτι αρχίζω να σκαλίζω στο μυαλό μου για το θέμα της επόμενης μέρας και κάθε πρωί (συνήθως) ξεκινώ το γράψιμο. Σήμερα όμως, μου βγήκε στο άσχετο και απότομα! Υπάρχει ίσως λόγος, ποιος ξέρει;
Σαν παιδί δεν ήμουν ποτέ ήσυχος και δεν θα μπορούσε να με αποκαλέσει κάποιος ότι κάθομαι στα αυγά μου. Μάλλον ήμουν «σατανάκι» από την άποψη του να τρέχω πάνω κάτω, να εξερευνώ χαμόσπιτα, να βάζω φωτιές (έχω κάψει ένα σπίτι – ήρθε η Πυροσβεστική και το αποτελείωσε, ο ιδιοκτήτης το βρήκε έτοιμο για χτίσιμο…), να πιάνω καραβίδες και νερόφιδα από την Αγ. Βαρβάρα και γενικά να κινούμαι συνέχεια…
Μικρός, σε περίοδο απόκριας, ντύθηκα ΚάουΜπόις και παίζοντας στη γειτονιά μου (οδός Ναυαρίνου) γλίστρησα από ψηλά στα θεμέλια μιας νεοαναγειρόμενης οικοδομής και κατέληξα φορώντας το καπέλο και τα πιστόλια στη μέση, σε μια κολώνα. Ο τελευταίος θόρυβος που άκουσα ήταν ένα γκντουπ από την σύγκρουση κεφαλιού – κολώνας. Η επόμενη εικόνα: ο μεγάλος μου αδερφός μου από πάνω μου κι εγώ ξαπλωμένος στον καναπέ με διαπιστωμένη διάσειση.
Επόμενο ατύχημα που θυμάμαι ήταν στον τελευταίο όροφο της οικοδομής που μέναμε, στο σπίτι του θείου που το έχτιζε. Βράδυ, και ο σκουριασμένος ντενεκές, αόρατος στα παιδικά μου μάτια. Το κόψιμο στο πόδι έγινε γρήγορα και εύκολα. Το αίμα λέρωσε όλη τη σκάλα και το σημάδι στο δεξί μου γόνατο, ορατό ακόμη και σήμερα. Δεν ξεχνώ τον πόνο και το τσούξιμο που ένοιωσα. Το σημάδι ορατό μέχρι σήμερα.
Επόμενη σκηνή, στο άλλο σπίτι μας που πέρασα τα προεφηβικά και εφηβικά μου χρόνια, με τη μάνα μου να ράβει (κλασικά) και το ψαλίδι δίπλα της ανοιχτό… Η γυναίκα είχε απλώσει τα κλωστικά της τριγύρω και το ψαλίδι χράτσα - χρούτσα έκοβε υφάσματα και δούλευε καρτερικά τη νέα επιδιόρθωση. Δίνω ένα σάλτο και προσγειώνομαι εντυπωσιακά επάνω στο ψαλίδι. Το βλέπω καρφωμένο στο δεξί (πάλι) πόδι λίγο πάνω από το γόνατο, όρθιο και ντουράτο να μου χαμογελά με ειρωνεία. Δεν πονάω παραδόξως, αλλά πρέπει να βγει το ριμάδι. Το τραβάω απότομα (πως βγαίνει ένα βέλος από το πόδι του cowboy στη μάχη με τους ινδιάνους…), κάνει χλουπ και βγαίνει… Προλαβαίνω να δω από κάτω τις φλέβες μου… Το σημάδι και πάλι ορατό μέχρι σήμερα.
Γυμνάσιο, τρέχω στο διάδρομο του σχολείου (ως συνήθως), ώσπου ξάφνου μια πόρτα ανοίγει απότομα. Πέφτω πάνω της και προσγειώνομαι άτσαλα πάνω στο χέρι μου (δεξί πάλι!). Ακούω ένα κρατς και το βλέπω να έχει αλλάξει θέση… Εξάρθρωση και διάστρεμμα στον αγκώνα. Το χέρι, αγνώριστο. Στη θέση του μπήκε με τον γιατρό να πιάνει το χέρι και να το στρίβει δεξιά – αριστερά (τι είναι η αναισθησία;) με τη συνοδεία ήχων κκκκ, χχχχ, κρκρκρκ – όπως το κόκαλο από το κοτόπουλο που σπάζουμε με τα χέρια μας για να φάμε το μεδούλι…. Ένας μήνας γύψος και δύο – τρεις μήνες φυσιοθεραπείες.
Βόλτα με το αυτοκίνητο, το χέρι μου έξω από το παράθυρο να παίζει με τον αέρα και να μιμείται τις κινήσεις των φλαπς των αεροπλάνων για πάνω κάτω και δεξιά αριστερά. Δεν προσέχω ότι το δέντρο που έρχεται έχει φύλλα και τα φύλλα του είναι κοφτερά σαν μαχαίρια (με τέτοια ταχύτητα, τι περίμενες ωρέ;). Χρατς, ένα φύλλο σκίζει το αριστερό μου χέρι και μπαίνει μέχρι τη μέση μέσα στο δέρμα. Μοιάζει με πορτοφολάκι. Το βγάζω, το αίμα δεν λέει να σταματήσει. Το σημάδι ορατό και σήμερα.
Καλοκαίρι, φτάνουμε μετά από αλλεπάλληλα ντους στον ιδρώτα μας, στην παραλία. Τρέχω στην παραλία πετώντας δεξιά και αριστερά τα ρούχα μου. Δεν με νοιάζει η θερμοκρασία του νερού, δεν με νοιάζει αν έχεις πετρούλες ή αιχμηρά βοτσαλάκια, δεν ξέρω αν έχει βραχάκια στα πρώτα μέτρα. Τελικά είχε βραχάκια. Και μυτερά και ιδιαιτέρως κοφτερά. Καρφώνομαι στο στήθος κάνοντας την βουτιά, με έναν βαθύ ήχο… βάζω τα πόδια κάτω στην άμμο και δίνω δύναμη να ξεκαρφωθώ από τον βράχο. Γδουπ, ξεκολλάω. Το αίμα τρέχει και βάφει το νερό γύρω μου. Δεν πλάκωσαν καρχαρίες, αλλά το θέαμα δεν είναι και το πιο όμορφο για τους λουόμενους. Παραμένω μέσα στο νερό και κολυμπάω εδώ και κει για να σκορπίσει το κόκκινο χρώμα. Το σημάδι είναι ορατό κι αυτό…
Πολλοί έφηβοι βγάζουν σπυράκια. Σ΄ αυτούς ήμουν κι εγώ. Είχα ακούσει ότι οι ατμοί ανοίγουν τους πόρους στο πρόσωπο, αν το κάνεις κατάλληλα με μια πετσέτα πάνω και γύρω από το κεφάλι. Βράζω τσάι. Μεσημέρι καλοκαιριού. Βάζω το κατσαρολάκι επάνω σε ένα σουπλά, παίρνω την πετσέτα και ετοιμάζομαι να καθίσω για την τελετουργία που θα με κάνει …κούκλο. Το πλαστικό τραπεζομάντηλο του τραπεζιού κολλάει στα πόδια μου και το κατσαρολάκι ακολουθεί τη βαρύτητα. Αδειάζει όλο το καυτό περιεχόμενο επάνω μου. Αισθάνομαι άμεσα κρύο. Μπα! Ο εγκέφαλος τα παίζει, αλλά μετά από 2’’ λειτουργεί νορμάλ. ΑΑαααααααααα….. Θεέ μου, τι πόνος! Το δέρμα είναι κόκκινο σαν γλυκό αυγουστιάτικο καρπούζι. Έγκαυμα. Πηγαίνω στο νοσοκομείο με ένα σεντόνι σαν σεΐχης. Με βλέπουν και περιμένουν το χαρέμι μου. Δεν έχω χαρέμι ρε παιδιά. Δεν είμαι ούτε αρχαίος έλληνας ή οπαδός του Ολυμπισμού. Έχω καεί τρελά ρε! Τα σημάδια ορατά…
Τελευταίο που θυμάμαι (από τα πιο σημαντικά) ήταν στην εγχείρηση σκωληκοειδίτιδος που έκανα στα 14-15 μου. Η εγχείρηση πήγε μια χαρά, μόνο που εμφανίστηκε επιμόλυνση και με ξέσκισε στον πυρετό και στον πόνο. Η αντιμετώπισή της: ήρθε ο γιατρός, μου άνοιξε (live) την τομή, έβλεπα τη χαράδρα και έχωνε μέσα τσιμπίδες με βαμβάκι και μπεταντίν για να καθαρίσει την περιοχή. Τραλαλά! Τι πόνος! Τα είδα όλα! Του μίλησα για τη μαμά του, τον μπαμπά του και όλο του το σόι ενώ με κρατούσαν δύο άτομα για να μην κουνιέμαι. Τώρα που το σκέφτομαι, μάλλον έμοιαζα με το κοριτσάκι στον «Εξορκιστή».
Πόνος. Μαζί μου, παιδιόθεν! Χαίρομαι που με συντροφεύει. Με κάνει πιο δυνατό. Σε ευχαριστώ πόνε!